Όπως αναφέρει το newmoney.gr τα stress tests εξελίσσονται σύμφωνα με τον προγραμματισμό, χωρίς όμως μέχρι στιγμής να γνωρίζουμε τι επιφυλάσσουν. Οι δύο κρίσιμες ψηφίδες που λείπουν για να σχηματιστεί το παζλ είναι:
1. Το ύψος των κεφαλαίων που θα χρειαστούν οι ελληνικές τράπεζες. Οριστική απάντηση στο ερώτημα προς το παρόν δεν υπάρχει και δεν πρόκειται να υπάρξει πριν από τα τέλη Οκτωβρίου. Η διεξαγωγή των stress tests αυτή τη φορά δεν έχει καμία σχέση με το παρελθόν. Οι τράπεζες παραδίδουν μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος τα στοιχεία που τους ζητούνται και η Κεντρική Τράπεζα στη συνέχεια τα διαβιβάζει στη Φρανκφούρτη όπου γίνεται η επεξεργασία, χωρίς δυνατότητα επεξηγήσεων ή παρεμβάσεων από την ελληνική πλευρά.
2. Το δεύτερο κρίσιμο στοιχείο είναι τι θα γίνει με τους ομολογιούχους και ιδιαίτερα με όσους κατέχουν senior ομόλογα. Πρόκειται για ένα ευαίσθητο θέμα που έχει και πολιτικές πτυχές, καθώς απειλεί με απαξίωση την περιουσία περίπου 6.000 φυσικών και νομικών προσώπων. Η τελική απόφαση δεν έχει ληφθεί, αλλά οι πρόσφατες δηλώσεις που έκανε ο πρόεδρος του Εurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ δεν επιτρέπουν μεγάλη αισιοδοξία από την πλευρά των ομολογιούχων.
Το γεγονός ότι τα stress tests πραγματοποιούνται με έναν τρόπο που κρατά εντελώς εκτός διαδικασίας τις εμπλεκόμενες τράπεζες, αλλά και την ελληνική κεντρική τράπεζα, οδηγεί στην εκτίμηση ότι η απόφαση για το ύψος των κεφαλαίων μπορεί -σε κάποιον βαθμό τουλάχιστον- να ληφθεί και με πολιτικά κριτήρια. Είναι γνωστό ότι οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν ενημερωθεί για τις οικονομικές παραδοχές του καλού σεναρίου, αλλά όχι και για το δυσμενές σενάριο. Ταυτόχρονα όμως δεν είναι γνωστή ούτε η φόρμουλα που θα χρησιμοποιηθεί για να υπολογιστούν οι κεφαλαιακές ανάγκες κάθε τράπεζας ανάλογα με τα στοιχεία της.
Υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες σε σχέση με το τελικό αποτέλεσμα. Οι εκτιμήσεις των κεφαλαίων που θα χρειαστούν συνολικά οι συστημικές τράπεζες, με βάση διάφορα μοντέλα που έχουν τρέξει οι ίδιες, τοποθετούν το καλό σενάριο στην περιοχή των 8 δισ. ευρώ και το κακό στα 15 δισ. ευρώ. Το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών είναι καθοριστικό επειδή ένα ποσό της τάξης των 8 δισ. θα μπορούσε να συγκεντρωθεί από ιδιωτικά κεφάλαια. Αντίθετα, τα 15 δισ. ευρώ είναι ένα απαγορευτικό νούμερο.
Οταν ανακοινωθεί η διαδικασία της ανακεφαλαιοποίησης, θα γνωρίζουμε και τη μεταχείριση που επιφυλάσσεται για τους υφιστάμενους μετόχους. Το γεγονός ότι θα υποστούν dilution στις μετοχές που κατέχουν είναι αναπόφευκτο. Το ερώτημα όμως αφορά το εύρος του dilution. Το θέμα δεν έχει ξεκαθαρίσει και φαίνεται ότι στο τραπέζι είναι ορισμένες επιλογές που μπορούν υπό προϋποθέσεις να περιορίσουν -σε κάποιον βαθμό έστω- τη ζημιά για τους παλιούς μετόχους. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, με τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί και τις τρέχουσες χρηματιστηριακές τιμές, οι νέες αυξήσεις κεφαλαίου θα γίνουν σε σημαντικά χαμηλότερες τιμές σε σχέση με τις τελευταίες αυξήσεις.
1 στα 2 δάνεια είναι «κόκκινο»
Η μεγαλύτερη απειλή για το τραπεζικό σύστημα είναι τα κόκκινα δάνεια. Σήμερα δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για την εικόνα των κόκκινων δανείων στις 30 Ιουνίου, ενώ είναι βέβαιο ότι η εξέλιξή τους με βάση τα στοιχεία της 30ής Σεπτεμβρίου θα είναι περαιτέρω απογοητευτική, λόγω και της επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων. Δεδομένου ότι υπάρχουν και δάνεια τα οποία είναι ρυθμισμένα περισσότερο από μία φορά, οι εκτιμήσεις είναι ότι πλέον τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια φτάνουν τα 100 δισ. ευρώ. Συνεπώς δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι σχεδόν 1 στα 2 δάνεια δεν εξυπηρετείται πλέον.
Τα σχέδια για δημιουργία bad bank εγκαταλείφθηκαν οριστικά για μια ακόμη φορά. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από την πλευρά ξένων funds για την αγορά επιχειρηματικών δανείων, το σχέδιο δεν προχωρά. Οι λόγοι είναι πρακτικοί και σχετίζονται με την έλλειψη χρόνου. Η bad bank θα μείωνε το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών και συνεπώς θα έπρεπε να συσταθεί και να λειτουργήσει πριν από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό να γίνει στο επόμενο τετράμηνο. Αν δεν ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση ως το τέλος του χρόνου, τότε υπάρχει άμεσος κίνδυνος να κουρευτούν οι καταθέσεις. Επίσης, για να δημιουργηθεί bad bank θα έπρεπε η DG Comp να γνωμοδοτήσει ότι μια τέτοια ενέργεια δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση. Ολα αυτά θέτουν τη διαδικασία εκτός χρονοδιαγράμματος και δημιουργούν κινδύνους για τις καταθέσεις.
Οι αποφάσεις τώρα είναι ότι η διαχείριση των κόκκινων δανείων σε θεσμικό επίπεδο θα γίνει αφενός από τον επόπτη, δηλαδή την Τράπεζα της Ελλάδος, αφετέρου από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο θα προσλάβει γι’ αυτόν τον λόγο εξειδικευμένο σύμβουλο. Εκτός όμως από τον ρόλο που θα έχουν ΤτΕ και ΤΧΣ, και οι τράπεζες θα αναλάβουν ουσιαστικές πρωτοβουλίες, συμπράττοντας με εταιρείες που έχουν εξειδικευμένη γνώση στο συγκεκριμένο αντικείμενο και είναι σε θέση να διαχειριστούν τα κόκκινα δάνεια.
Οι διοικήσεις
Ενα από τα πιο σύνθετα και ιδιαίτερα θέματα που έχει μπροστά του για το επόμενο εξάμηνο το ΤΧΣ είναι η κατάρτιση του συστήματος αξιολόγησης των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών. Το Ταμείο πρέπει να προσλάβει ξένο σύμβουλο ο οποίος θα συμβάλει καθοριστικά στο συγκεκριμένο έργο. Το σύστημα αξιολόγησης πρέπει να είναι έτοιμο ως τον Φεβρουάριο του 2016 και μέχρι τον επόμενο Ιούνιο θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση.
Τι θα γίνει με τις θυγατρικές στο εξωτερικό
Τα χρονοδιαγράμματα αναδιάρθρωσης των τραπεζικών ομίλων που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των τραπεζών και της DG Comp προς το παρόν κινούνται σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί. Εξαίρεση αποτελεί η Εθνική Τράπεζα λόγω της Finansbank, καθώς έχουν παρουσιαστεί αντικειμενικές δυσκολίες.
Ο κίνδυνος που παρουσιάζεται στην παρούσα φάση είναι να ζητηθεί η αναδιάρθρωση των σχεδίων ώστε να έρθουν νωρίτερα οι πωλήσεις των θυγατρικών στο εξωτερικό. Οι τράπεζες είχαν επιτύχει να σπρώξουν προς το τέλος των σχεδίων αναδιάρθρωσης τις πωλήσεις των θυγατρικών, με την ελπίδα ότι με την πάροδο του χρόνου θα πετύχαιναν καλύτερες συνθήκες.
Με τη νέα ανακεφαλαιοποίηση είναι βάσιμο το ενδεχόμενο να ζητηθεί ταχύτερη εφαρμογή των σχεδίων για τις θυγατρικές. Το μοντέλο που φαίνεται ότι θα προκριθεί σε μια τέτοια περίπτωση είναι να συγκεντρωθούν ανά χώρα οι θυγατρικές στην τράπεζα που έχει μεγαλύτερη παρουσία στη συγκεκριμένη αγορά.
Δηλαδή κάτω από την ομπρέλα μιας ελληνικής τράπεζας στα Βαλκάνια να υπαχθούν και οι θυγατρικές των υπόλοιπων ελληνικών τραπεζών, ώστε να δημιουργείται μια μεγαλύτερη τράπεζα που θα μπορεί να επιτύχει υψηλότερο τίμημα. Αυτό το μοντέλο φαίνεται ότι μπορεί να δουλέψει καλά στις περισσότερες χώρες, με εξαίρεση τη Βουλγαρία και την Κύπρο.
Fpress.gr